Τρεις αντρειωμένοι εβούλησαν μια Λυγερή στον Άδη (ανάλυση)

Τρεις αντρειωμένοι εβούλησαν μια Λυγερή στον Άδη

Η Λυγερή στον Άδη

Εργασία της Σοφίας Ντρέκου

Περιεχόμενα
:
1. Πρόλογος
2. «Έλληνες θα ειπεί...» του Δημήτρη Λιαντίνη
3. «Η Λυγερή Στον Άδη» το δημοτικό ποίημα
4. Η λυγερή στον Άδη (1η Λογοτεχνική ανάλυση)
5. Οπτικοποίηση του δημοτικού τραγουδιού «Η Λυγερή στον Άδη» 
με υπέροχο ηπειρώτικο κλαρίνο του Πέτρου (Πετρολούκας) Χαλκιά
6. Η λυγερή στον Άδη (2η Λογοτεχνική ανάλυση)
7. Επίλογος
8. Βιβλιογραφία
9. Βιντεο/αφιέρωμα στην Λυγερή την Κόρη

1. Πρόλογος

Το δημοτικό τραγούδι εκφράζει τα συναισθήματα, τα βιώματα, τους καημούς και τους πόθους του ελληνικού λαού. Επίσης εξιστορεί τον βίο των κλεφτών και των αρματολών κατά την τουρκοκρατία, αλλά και άλλα σημαντικά ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν καθ’ όλη την πορεία του ελληνικού λαού. Με λίγα λόγια, το δημοτικό τραγούδι είναι η φωνή του λαού, δηλαδή το μέσο έκφρασης των καθημερινών βιωμάτων του. Το δημοτικό τραγούδι έχει μία ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική λογοτεχνία, αλλά και στη νεοελληνική πνευματική ιστορία, εξαιτίας της ποιητικής του υπεροχής, αλλά και της επίδρασης που είχε στην έντεχνη, προσωπική ποίηση. Έχει επηρεάσει πολλούς Έλληνες λογοτέχνες έως τις μέρες μας.[1]

Βασικό θέμα είναι το αμετάκλητο του θανάτου.
Αρχαιοελληνικές επιδράσεις, όπου κατά κανόνα
η σύγκριση της ζωής με τον θάνατο είναι υπέρ της ζωής.

Γι' αυτό....

Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι
Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1938) Βλ. ΕΔΩ

2. «Έλληνες θα ειπεί...» Δημήτρης Λιαντίνης

«Έλληνες θα ειπεί το πρωί να γελάς σαν παιδί. Το μεσημέρι να κουβεντιάζεις φρόνιμα. Και το δείλι να δακρύζεις περήφανα. Έλληνες θα ειπεί όσο ζεις, να δοξάζεις με τους γείτονες τον ήλιο και τον άνθρωπο. Και να παλεύεις με τους συντρόφους τη γη και τη θάλασσα. Και σαν πεθάνεις, να μαζεύουνται οι φίλοι γύρω από τη μνήμη σου, να πίνουνε παλιό κρασί, και να σε τραγουδάνε:

«Τρεις αντρειωμένοι εβούλησαν να βγουν από τον Άδη.
Ένας το Μάη θέλει να βγει κι άλλος τον Αλωνάρη.
Κι ο Δήμος τ' αγια-Δημητριού ν' ανοίξει γιοματάρι.

Μια λυγερή τους άκουσε, γυρεύει να την πάρουν.
Κόρη, βροντούν τ' ασήμια σου, το φελλοκάλιγό σου,
και τα χρυσά γιορντάνια σου, θα μας ακούσει ο Χάρος».[1]

ellines-tha-pei-oso-zeis-na-doxazeis-ton-ilio«S.Drekou»Aenai-EpAnastasi.λυγερη

3. «Η Λυγερή Στον Άδη» Δημοτική ποίηση

Καλά τό χουνε τα βουνά, καλόμοιρ' ειν' οι κάμποι,
που Χάρο δεν παντέχουνε, Χάρο δεν καρτερούνε,
το καλοκαίρι πρόβατα και το χειμώνα χιόνια.
Τρεις αντρειωμένοι βούλονται να βγουν από τον Άδη.

Ο ένας να βγη την άνοιξη, κι' ο άλλος το καλοκαίρι,
κι' ο τρίτος το χινόπωρο, οπού είναι τα σταφύλια.
Μια κόρη τους παρακαλεί, τα χέρια σταυρωμένα.

-Γϊα πάρτε με, λεβέντες μου, για τον Απάνου κόσμου.

-Δεν ημπορούμε, λυγερή, δεν ημπορούμε, κόρη.

Βροντομαχούν τα ρούχα σου κι' αστράφτουν τα μαλλιά σου,
χτυπάει το φελλοκάλιγο και μας ακούει ό Χάρος.

-Μα γω τα ρούχα βγάνω τα και δένω τα μαλλιά μου,
κι' αυτό το φελλοκάλιγο μέσ' 'ς τη φωτιά το ρηχνω.

Πάρτε με, αντρειωμένοι μου, να βγω 'ς τον Πάνω κόσμο, 
να πάω να ιδώ τη μάννα μου ως χλίβεται για μένα.

-Κόρη μου, εσένα η μάννα σου 'ς τη ροϋγα κουβεντιάζει.
-Να ιδώ και τον πατέρα μου πως χλίβεται για μένα.
-Κόρη μου, κι' ο πατέρας σου 'ς το καπελειό ειν' και πίνει.
-Να πάω να ιδώ ταδέρφια μου πως χλίβονται για μένα.
-Κόρη μου, εσέν' ταδέρφια σου ριχτούνε το λιθάρι.
-Να ιδώ και τα ξαδέρφια μου πως χλίβονται για μένα.
-Κόρη μου, τα ξαδέρφια σου μέσ' 'ς το χορό χορεύουν.»

Κ' η κόρη ναναστέναξε βαθιά 'ς τον Κάτω κόσμο,
κι' ανάψανε τα καπελειά, κ' εκάησαν οι ρούγαις,
εκάη και το λιθόρεμα, πόρριχταν το λιθάρι,
εκάη κ' η δίπλη του χορού, π' εχόρευε η γενιά της.

σημειώσεις
παντέχω: περιμένω.
βροντομαχούν: κάνουν κρότο.
φελλοκάλιγο: ελαφρό καλίγι (υπόδημα) με πάτους από φελό.
χλίβομαι: θλίβομαι.
ρούγα: δρόμος.
η δίπλη: η δίπλα, ο γύρος.[2]

4. Η λυγερή στον Άδη (Λογοτεχνική ανάλυση)

ellines-tha-pei-oso-zeis-na-doxazeis-ton-ilio«S.Drekou»Aenai-EpAnastasi.λυγερη

Βασικό θέμα είναι το αμετάκλητο του θανάτου.
Αρχαιοελληνικές επιδράσεις, όπου κατά κανόνα
η σύγκριση της ζωής με τον θάνατο είναι υπέρ της ζωής.

Η λειτουργία της (Α') πρώτης ενότητας – προοιμίου· Η ιδέα της αθανασίας της φύσης έρχεται να αντιτεθεί προς την πραγματικότητα του θανάτου. Από τη μια έχουμε το συναίσθημα της μακαριότητας και της ευτυχίας κι από την άλλη το συναίσθημα του πόνου. Έτσι γίνεται η μετάβαση στα πρόσωπα για τα οποία θα γίνει λόγος στο τραγούδι.

Β' ενότητα (4-22)

Η επιλογή των τριών εποχών – πλην του χειμώνα – δεν είναι τυχαία, αφού η αναφορά μας φέρνει εικόνες αναγέννησης της φύσης. Ο χειμώνας είναι η εποχή που η φύση κοιμάται και πέφτει σε χειμερία νάρκη. Έμφαση για την αγάπη προς τη ζωή.

«λεβέντες» – «λυγερή»: νέοι άνθρωποι με γενναιότητα κι ομορφιά· ενισχύουν το παράπονο του ποιητή. Η θέληση των παλικαριών και οι παρακλήσεις της λυγερής τονίζουν την αξία της ζωής και των απολαύσεων που αυτή προσφέρει.

Στους στίχους 15 - 22 προσπαθεί να συγκινήσει η λυγερή χρησιμοποιώντας συγκινησιακά στοιχεία: τη θλίψη και την αγάπη των οικείων της. Στους ίδιους στίχους οι λεβέντες επικαλούνται τη ματαιότητα της επιθυμίας της: οι δικοί της την έχουν ξεχάσει. Η ζωή έχει μεγάλη δύναμη και, ακόμα μετά την απώλεια αγαπημένων προσώπων, συνεχίζεται. Η επιχειρηματολογία σε αυτό το σημείο είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, καθώς δεν μπορεί να την αντικρούσει η λυγερή. Εξυπηρετεί και την οικονομία του ποιήματος, εκλογικεύοντας την αδυναμία επιστροφής στον επάνω κόσμο.

Γ' ενότητα (23-26)

Τολμηρή ποιητική σύλληψη. Μεταφορά σ’ έναν κόσμο εξωπραγματικό, ανατρέποντας τη φυσική τάξη. Δείγμα εξαιρετικής λογοτεχνικής σύλληψης, παραστατικότητα. Η έντονη επιθυμία για τη ζωή που δεν πραγματοποιήθηκε προκαλεί αυτήν την καταστροφή. Ωστόσο τα πάντα υπόκεινται στους φυσικούς νόμους: οι νεκροί παραμένουν στον Κάτω Κόσμο, ενώ και η ζωή στον Επάνω Κόσμο φτάνει σε ένα τέλος.

Τι απέγιναν οι λεβέντες; Το γεγονός αποσιωπάται, για να ενισχύσει την ιδέα ότι τέτοιο ταξίδι δεν μπορεί να γίνει.

Στοιχεία τεχνικής: τριαδικό σχήμα (4, 5 -6, 10-11, 12-13), κλιμακωτό (οι αντιδράσεις της κόρης: ικεσία – διάλογος – αναστεναγμός), πολυσύνδετο, αντιθέσεις.

Το τραγούδι συγγενεύει με τα θρηνητικά δημοτικά τραγούδια (μοιρολόγια) (σσ. βλ. εδώ), αλλά με έμμεσο, απολύτως διακριτό τρόπο, αναδεικνύει την αγάπη για τη ζωή.

Γλώσσα: απλή και κατανοητή με κάποιες ιδιωματικές λέξεις. Αξιοσημείωτη η χρήση του ενεστώτα· ζωντάνια, παραστατικότητα. Ο διάλογος δίνει δραματικότητα.»[3]

lygeri-ellines-tha-pei«S. Drekou»Aenai

Πιο Αναλυτικά: 

Καλά το ‘χουνε τα βουνά, καλόμοιρ’ είν’ οι κάμποι,
που Χάρο δεν παντέχουνε, Χάρο δεν καρτερούνε,
το καλοκαίρι πρόβατα και το χειμώνα χιόνια.

Το προοίμιο του τραγουδιού εκφράζει τη μεγάλη απόγνωση των ανθρώπων μπροστά στο θάνατο, μέσα από τη σύγκριση με τα βουνά και τους κάμπους, που υπάρχουν πάντοτε, χωρίς να φοβούνται μήπως πεθάνουν, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους. Τα βουνά και οι κάμποι παραμένουν αδιάφορα απέναντι στο Χάρο, και συνεχίζουν τη μακραίωνη πορεία τους χωρίς την ψυχοφθόρα αναμονή του τέλους.

Το πέρασμα του χρόνου και εναλλαγή των εποχών τα επηρεάζει μόνο ως προς τη διαφοροποίηση του τοπίου, το χειμώνα ο τόπος γεμίζει με χιόνια και το καλοκαίρι έρχονται τα πρόβατα για να τραφούν. Τίποτε όμως από αυτά δεν ενοχλεί τα άφθαρτα βουνά και τους κάμπους.

Το τραγούδι, επομένως, ξεκινά τονίζοντας πόσο τυχερά είναι τα βουνά και οι κάμποι, που δεν έχουν να φοβούνται το Χάρο, ώστε να αιτιολογήσει την επιθυμία των νέων και της κόρης να αποδράσουν από τον Άδη. Σε αντίθεση, δηλαδή, με τα άφθαρτα στοιχεία της γης, οι άνθρωποι ζουν ελάχιστα και γι’ αυτό αγαπούν ιδιαίτερα τη ζωή.
Οι τρεις αντρειωμένοι θέλουν ν’ αποδράσουν άνοιξη - καλοκαίρι - φθινόπωρο
Η αναφορά στην επιθυμία των νέων να αποδράσουν σε διαφορετικές εποχές, υπονοεί την ομορφιά που έχει η ζωή κάθε στιγμή και κάθε εποχή του έτους.

Στο τραγούδι τονίζεται κυρίως η εποχή του φθινοπώρου, κατά την οποία έχουν ωριμάσει τα σταφύλια, αλλά επί της ουσίας η ζωή διαθέτει ξεχωριστή ομορφιά οποιαδήποτε ώρα και στιγμή.

Μπορούμε, βέβαια, να διακρίνουμε την προτίμηση που διαφαίνεται στο τραγούδι για τις εποχές της καλοκαιρίας, όπως είναι η περίοδος από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο, κι αυτό γιατί τότε η φύση αποκαλύπτει στο μέγιστο βαθμό την ομορφιά της.

Με τον ερχομό της άνοιξης η φύση εισέρχεται κάθε χρόνο σε μια νέα περίοδο αναγέννησης, που κορυφώνεται τους καλοκαιρινούς μήνες και περιορίζεται σταδιακά το φθινόπωρο, για να τερματιστεί με τον ερχομό του χειμώνα.

Ο χειμώνας αποτελεί την περίοδο όπου η φύση βιώνει μια κατάσταση παρόμοια με το θάνατο, γι’ αυτό και στο τραγούδι οι νέοι εκφράζουν την επιθυμία να επιστρέψουν στη ζωή τους μήνες που κυριαρχεί η ευδαιμονία και η ζωή στη φύση. Ο χειμώνας παραμένει συμβολικά συνδεδεμένος με το τέλος της ζωής, γι’ αυτό και κανένας από τους νέους δεν θέλει να επανέλθει στη γη κατά τους χειμερινούς μήνες.

Πώς φαντάζεται ο ποιητής την κόρη στον Κάτω Κόσμο;

Η κόρη παρουσιάζεται στον Κάτω Κόσμο, όπως ακριβώς θα ήταν όταν ακόμη ζούσε, με τα ρούχα, τα υποδήματα και τα λαμπερά μαλλιά της. Η ιδέα πως οι άνθρωποι συνεχίζουν να διατηρούν τη μορφή τους αναλλοίωτη, ακόμη κι όταν περνούν στον Κάτω Κόσμο αποτελεί σταθερό γνώρισμα της δημοτικής παράδοσης.

Την τακτική, μάλιστα, που ακολουθείται στα δημοτικά τραγούδια να περιγράφεται ο Άδης και οι νεκροί με χαρακτηριστικά που μας παραπέμπουν στον κόσμο των ζωντανών την αποκαλούμε «εγκοσμίωση». Οι άνθρωποι δυσκολεύονταν να αποδεχτούν την ολοκληρωτική φθορά που επέφερε ο θάνατος και προτιμούσαν να σκέφτονται πως εκείνοι που πεθαίνουν παραμένουν όπως ήταν προτού πεθάνουν.

Έτσι, βλέπουμε στο τραγούδι, την κόρη να στέκει με σταυρωμένα χέρια, έχοντας την ίδια ακριβώς εμφάνιση, όπως όταν ήταν ζωντανή, και να ζητά από τους τρεις νέους να την πάρουν μαζί τους στην απόδρασή τους από τον Κάτω Κόσμο.

Η κοπέλα, άλλωστε, διατηρεί όχι μόνο την εμφάνισή της, αλλά και τα συναισθήματα που έχουν οι ζωντανοί άνθρωποι, καθώς παρατηρούμε τη μεγάλη της επιθυμία να γυρίσει στον κόσμο των ζωντανών.

Μια επιθυμία που κινείται από τη νοσταλγία της για τους δικούς της ανθρώπους, αλλά και από την ανάγκη της να βεβαιωθεί πως η οικογένειά της δεν την έχει ξεχάσει και συνεχίζει να πονά για το χαμό της.

ellines-tha-pei-oso-zeis-na-doxazeis-ton-ilio«S.Drekou»Aenai-EpAnastasi.λυγερη

Ο πόθος της κόρης ν’ ανέβει στον Απάνω Κόσμο

Η νεαρή κοπέλα επιθυμεί σε τέτοιο βαθμό να επιστρέψει κοντά στους δικούς της, ώστε είναι διατεθειμένη να βγάλει τα ρούχα της και να πετάξει στη φωτιά τα υποδήματά της, προκειμένου να μην την εμποδίσουν στην προσπάθειά της να αποδράσει. Παρά, δηλαδή, τις αντιρρήσεις των νέων ότι τα ρούχα τις κάνουν θόρυβο και τα μαλλιά της αστράφτουν, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την απόπειρα απόδρασης, εκείνη δηλώνει έτοιμη να απαλλαγεί από τα ρούχα της και να δέσει τα μαλλιά της.

Παράλληλα, διαπιστώνουμε πόσο ποθεί να επιστρέψει στον Απάνω Κόσμο από τις συνεχείς εκφράσεις της επιθυμίας της. Θέλει να γυρίσει για να δει πώς θλίβεται η μάνα της, πώς θλίβεται ο πατέρας της και πώς θλίβονται τα αδέρφια και τα ξαδέρφια της. Εκφράσεις, μάλιστα, που διατυπώνονται παρά τις διαβεβαιώσεις των νέων ότι οι δικοί της την έχουν ήδη λησμονήσει.

Το τραγούδι τελειώνει με μια τολμηρή ποιητική σύλληψη.

Κι η κόρη ναναστέναξε βαθιά στον Κάτω Κόσμο,
κι ανάψανε τα καπηλειά, κι εκάησαν οι ρούγες,
εκάη και το λιθόρεμα, πόριχταν το λιθάρι,
εκάη κι η δίπλη του χορού, π’ εχόρευε η γενιά της.

Η κοπέλα στο άκουσμα πως οι δικοί της την έχουν πια ξεχάσει και συνεχίζουν τη ζωή τους αμέριμνοι, χωρίς να τη θυμούνται και να πονούν, αναστενάζει βαθιά κι ο αναστεναγμός της γίνεται φωτιά που καίει όλα τα μέρη όπου βρίσκονταν οι δικοί της. Τα καπηλειά που έπινε ο πατέρας της, οι ρούγες (οι δρόμοι) που έβγαινε οι μητέρα της και συζητούσε, το ρέμα όπου τα αδέρφια της έριχναν το λιθάρι και ο χορός που χόρευαν τα ξαδέρφια της.

Η μεταβολή του αναστεναγμού σε φωτιά, έρχεται να εκφράσει με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο τον πόνο που αισθάνθηκε η κοπέλα όταν κατάλαβε, πως παρά το δικό της θάνατο, οι δικοί της συνέχισαν να απολαμβάνουν τις ομορφιές της ζωής χωρίς να τη θυμούνται και χωρίς να στεναχωριούνται για το χαμό της.

Η σκέψη ότι οι νεκροί θα ήθελαν να τιμωρήσουν τους ζωντανούς για το γεγονός ότι τους λησμονούν και συνεχίζουν τη ζωή τους, εκφράζεται συχνά στη δημοτική ποίηση, με τη διαφορά ότι συνήθως η τιμωρία-εκδίκηση παρουσιάζεται ως επιθυμία και όχι ως πραγμάτωση.

Ένα τραγούδι που εμπεριέχει την ίδια επιθυμία εκδίκησης είναι το «Κι οι μάνες ψεύτρες βρίσκονται», όπου εκφράζεται η ευχή να πέσει η εκκλησία και να πλακώσει εκείνους που παρά το χαμό των αγαπημένων τους, πηγαίνουν σε γάμους και γλέντια.[4]

by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr

5. Βίντεο: Εξαιρετικές οι εργασίες μαθητών οπτικοποίησαν το δημοτικό τραγούδι «Η λυγερή στον Άδη» με πανέμορφη μουσική υπόκρουση, το ηπειρώτικο κλαρίνο του Πέτρου (Πετρολούκας) Χαλκιά. Μπορείτε να απολαύσετε τη δουλειά τους! Συνεχίζουμε παρακάτω με την δεύτερη ανάλυση του τραγουδιού. [5]



6. 2η Ανάλυση του τραγουδιού

Το δημοτικό τραγούδι ανήκει στα μοιρολόγια κι εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. Παρόντα είναι το αναπόφευκτο του θανάτου και το μάταιο της προσπάθειας να τον αποφύγει κανείς, παρούσα όμως είναι και η δίψα για ζωή η οποία συνεχίζεται, στοιχείο που πολλές φορές διακρίνεται στα μοιρολόγια. Οι άνθρωποι μετά τον θάνατο τους μεταφέρονται στον Κάτω Κόσμο, ένα μέρος δεν παραπέμπει στην χριστιανική, αλλά στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Εκεί διατηρούν την αυτοσυνείδηση και την μνήμη τους και δεν σταματούν να θρηνούν για το δώρο της ζωής που έχασαν.
  • Η υπόθεση
Μετά από ένα σύντομο προοίμιο στο οποίο καλοτυχίζονται τα βουνά και οι κάμποι που δεν γνωρίζουν τον θάνατο, αναπτύσσεται η υπόθεση του μοιρολογιού. Τρεις αντρειωμένοι συνωμοτούν για να δραπετεύσουν από τον Άδη και να γευτούν ξανά τις χαρές της ζωής. Μια λυγερή τους ακούει και του ικετεύει να πάει μαζί τους. Αυτοί αρνιούνται γιατί φοβούνται ότι ο θόρυβος από τα στολίδια της θα τους προδώσει και θα αποτύχει η προσπάθειά τους. Κι όταν εκείνη επιμένει αναφέροντας την επιθυμία της να ξαναδεί την οικογένειά της, της λένε ότι όλοι την έχουν ξεχάσει. Στο άκουσμα αυτό η κόρη αναστενάζει από απελπισία και η απογνωσή της τα καταστρέφει όλα.
  • Τα πρόσωπα και οι σχέσεις μεταξύ τους.
Οι σχέσεις μεταξύ των αντρειωμένων και της λυγερής δείχνουν ότι και στον Κάτω Κόσμο αντανακλάται τον μοντέλο κοινωνικών σχέσεων του Επάνω. Πρόκειται για μια κοινωνία ανδροκρατούμενη και πατριαρχική. Οι άνδρες είναι εκείνοι οι οποίοι παίρνουν τις αποφάσεις και οι γυναίκες υποτάσσονται, ανεξάρτητα από τις επιθυμίες τους. Σχολιάζοντας τα πρόσωπα του τραγουδιού, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την λυγερή ως ένα υποτονικό και εξαρτημένο άτομο, αφού αδυνατεί να πάρει η ίδια την πρωτοβουλία και να ικανοποιήσει την επιθυμία της να ξεφύγει. Σε αντίθεση με αυτήν, οι τρεις άντρες παρουσιάζονται δυνατοί και δραστήριοι και έχουν τον έλεγχο των πράξεων και των αποφάσεων τους. Δεν αποφασίζουν μόνο και για τον εαυτό τους αλλά και για ανθρώπους, όπως η λυγερή, που είναι αδύναμοι.
  • Οι απόψεις της κοινωνίας για τα φύλα όπως απεικονίζονται στο κείμενο και η δομή της οικογένειας
Στο μοιρολόι παρουσιάζονται και τα δυο φύλα και οι ιδιότητες τους που απορρέουν από το φύλο τους γίνονται ταυτότητα τους. Οι άντρες είναι αντρειωμένοι και η γυναίκα λυγερή, νέα και όμορφη δηλαδή. Οι αντρειωμένοι παρουσιάζονται γενναίοι, δυνατοί και ως πιο τολμηροί επιχειρούν το ακατόρθωτο, να αποδράσουν από τον Άδη. Το κορίτσι παρουσιάζεται αδύναμο. Έχει την ίδια επιθυμία (στον θάνατο πάντα υπήρχε ισότητα) αλλά δεν τολμάει να την πραγματοποιήσει και παρακαλεί τους άντρες να την πάρουν μαζί τους στον Επάνω Κόσμο. Το αρσενικό στο δημοτικό τραγούδι παίρνει τις αποφάσεις και, χάρη στην μυϊκή του δύναμη και την τόλμη του, μπορεί να καταφέρει να είναι ανεξάρτητο. Το θηλυκό αντίθετα, είναι άμεσα εξαρτημένο από το αρσενικό ή την οικογένεια και παρουσιάζεται ως άβουλο ον, καθώς άλλοι αποφασίζουν για την μοίρα του. Η γυναίκα στο δημοτικό τραγούδι δεν έχει γνώμη κι είναι υπάκουη στην οικογένεια της. Μόνο η ομορφιά της είναι αυτό που εξιδανικεύεται συνήθως, καθώς θεωρείται ως κάτι πολύτιμο, άρα κάνει και την γυναίκα πολύτιμη και την κάνει να ξεχωρίζει ανάμεσα στους άντρες.

Όσον αφορά το θεσμό της οικογένειας και τις σχέσεις που τον διέπουν, αναμφίβολα μπορούμε να αναγνωρίσουμε από το κείμενο την σημασία που αυτός έχει, καθώς αξίες όπως η στοργή και η αγάπη είναι εκείνες που προξενούν την επιθυμία για την οικογενειακή συνάντηση, η οποία αποτελεί και το κυρίαρχο θέμα στην ανάπτυξη του τραγουδιού. Η Λυγερή για να συναντηθεί με τα οικογενειακά της πρόσωπα αναγκάζεται να παρακαλέσει τους άντρες να την πάρουν μαζί τους. Στο τέλος όμως. η λυγερή δεν διστάζει να αφήσει ελεύθερο τον καημό της που την ξέχασαν και να καταστρέψει ό,τι τους κάνει χαρούμενους, το οποιο ωστόσο συμβολικά ίσως να σημαίνει ότι στην πραγματικότητα φαινομενικά μόνο η οικογένειας της είχε ξεχάσει την λυγερή και γευόταν τις χαρές της ζωής.
  • Επιπροσθέτως δυο παρατηρήσεις:
Αρχικά, τραγική ειρωνεία χαρακτηρίζεται το παρακάτω γεγονός. Αυτό που εξιδανικεύει την γυναίκα στο δημοτικό τραγούδι είναι η ομορφιά της και τα στολίδια είναι εκείνα που, ενισχύοντας την ομορφιά, ενισχύουν παράλληλα και την αξία ή την θέση της γυναίκας. Εδώ όμως είναι εκείνα τα οποία την εμποδίζουν να πραγματοποιήσει την επιθυμία της, καθώς γίνονται η αιτία να της αρνηθούν οι αντρειωμένοι να την πάρουν μαζί τους, παρόλο που η ίδια τα αρνείται, αρνούμενη παράλληλα και την ταυτότητα της, προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της.

Τέλος, στην απόπειρα των αντρών να αποθαρρύνουν την λυγερή λέγοντας της ότι όλη η οικογένεια της την έχει ξεχάσει (αδιάφορο αν είναι αυτό είναι πραγματικότητα ή πρόφαση), ενδέχεται να αποτελεί αντήχηση- ασθενή έστω- του πώς αντιμετωπιζόταν ο θεσμός τους γάμου από τις γυναίκες. Ουσιαστικά, αποτελούσε για αυτές ένα μικρό θάνατο, γιατί παντρεύονταν ανθρώπους που δεν έχουν διαλέξει, ξεριζώνονταν από το σπίτι τους, αποκόπτονταν από την οικογένεια τους, είτε για λόγους οικογενειακού, εθιμικού δικαίου είτε για λόγους απόστασης, και κατευθύνονται προς το άγνωστο.

Δεν είναι τυχαίο ίσως το γεγονός ότι πολλά νυφιάτικα τραγούδια, όπως η γνωστή «Νεραντζούλα» είναι ιδιαίτερα θλιμμένα. Επίσης, όσο κι αν είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, όντας παράταιρο με την περίσταση, υπάρχει σε ορισμένες περιοχές και το «Μοιρολόι της νύφης», ένα μοιρολόι που τραγουδάει η νύφη φεύγοντας από το πατρικό της, στο οποίο κάποιες φορές δεν πρόκειται να ξαναβρεθεί.[6]

ellines-tha-pei-oso-zeis-na-doxazeis-ton-ilio«S.Drekou»Aenai-EpAnastasi.λυγερη
εικ. «Η Λυγερή στον Άδη» από παράσταση στο ''Θέατρο του Άλλοτε''

7. Επίλογος

Ο θάνατος, εκτός του ότι αποτελούσε και αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα στη ζωή των ανθρώπων, κατέχει επίσης θεμελιακή θέση στην σκέψη του δημοτικού ποιητή. Γι’ αυτό λοιπόν αξίζει κανείς να αναλύσει τον τρόπο με τον οποίο ο δημοτικός ποιητής παρουσιάζει τον θάνατο και εν συνεχεία τον θρήνο στο δημοτικό τραγούδι.

Ο θρήνος παίρνει πολλές μορφές στο τραγούδι, αλλά ο πόνος παραμένει ο ίδιος. Ο θρήνος είναι σκληρός με όποιον τρόπο και να τραγουδηθεί και για όποιον και αν τραγουδηθεί. Ωστόσο, ο τρόπος θανάτου παίζει σημαντικό ρόλο για τον δημοτικό ποιητή. Όταν κάποιος πεθαίνει σε μικρή ηλικία, ο θάνατος είναι άδικος και ο πόνος αβάσταχτος. Όταν όμως κάποιος πεθαίνει πολεμώντας (στα κλέφτικα τραγούδια), πεθαίνει ηρωικά και όλοι πρέπει να είναι υπερήφανοι γι’ αυτόν και να μην λυπούνται. Η θυσία για την πατρίδα είναι ανώτερη από το φυσικό θάνατο. 

Αποδεκτός γίνεται επίσης ο θάνατος, όταν κάποιος πεθαίνει φυσιολογικά και σε μεγάλη ηλικία, αφήνοντας εν ζωή τα παιδιά του και τα εγγόνια του. Τα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται είτε στον θάνατο είτε στον ζωντανό χωρισμό έχουν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Σε πολλά από αυτά ο δημοτικός ποιητής χρησιμοποιεί παρόμοιες λέξεις για να εκφράσει τον πόνο και την θλίψη και κάποια από αυτά έχουν κοινή δομή. Βλέπουμε ότι έχουν κοινές ρίζες, αφού στην ουσία είναι θεματικά παρόμοια τραγούδια, που αλλάζοντας μερικές λέξεις μπορούν να τραγουδηθούν σε διαφορετικές εκδηλώσεις της ζωής. Επίσης κάποιοι στίχοι έχουν ίδιες μετρικές συλλαβές με μόνη διαφορά στις λέξεις.

Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι στα τραγούδια της ξενιτιάς ο χωρισμός εξισώνεται με τον θάνατο. Στα νυφιάτικα τραγούδια ο αποχαιρετισμός της νύφης από τους γονείς της εξισώνεται και αυτός με τον θάνατο, όπως επίσης και ο χωρισμός του νεαρού από την αγαπημένη του. Ο ρόλος της γυναίκας είναι σημαντικός στα μοιρολόγια, στα τραγούδια της ξενιτιάς αλλά και στα νυφιάτικα, στα οποία κυριαρχεί εξ ολοκλήρου η γυναίκα. Επίσης τα μοιρολόγια, τα τραγούδια της ξενιτιάς και τα νυφιάτικα τραγούδια υμνούν τον αποχαιρετισμό.[7]

Κόρη λυγερή, ξανθή και μαυρομμάτα
ἀνεπλέκεντο εἰς ἀντρειωμένου μνῆμα
τα μαλλάκια τζη τον τάφον ἐσκεπάζαν
τα ματάκια τζη στη γῆ πηλόν ἐκάμαν
τα χεράκια τζη τον Κύριο ἐδοξάζαν!

Κόρη μου λυγερή
κι ἀλύγιστη μου κόρη
σύ πού κάνεις τον πόνο προσευχή
και τον σταυρό σου ἔλεος,
ἔλεος στην Ἀθάνατη Ἀγάπη,
συ εἶσαι ἡ δόξα τοῦ κάθε ἀνδρειωμένου!


8. Παραπομπές και Δικτυογραφία:

1. Σοφία Ντρέκου για την Αέναη επΑνάσταση
2. «Έλληνες θα ειπεί...» του Δημήτρη Λιαντίνη. Αποσπάσματα από το βιβλίο «Γκέμμα» κεφάλαιο «Ο Ελληνοέλληνας».
3. «Η Λυγερή Στον Άδη» Δημοτική ποίηση - Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ebooks.edu.gr
4. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας - Α' Λυκείου - Ιωάννης Παναγιώτης Αμπελάς
5. Η λυγερή στον Άδη (Λογοτεχνική ανάλυση) Σημειώσεις Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Κωνσταντίνου Μάντη, latistor.blogspot.gr - Η λυγερή στον Άδη.
6. Επίλογος » Ο θρήνος στο δημοτικό τραγούδι, Kandidatuppsats i Nygrekiska, Silvia Goudas 760310, Handledare: Vassilios Sabatakakis
7. Βίντεο: «Η Λυγερή στον Άδη» από το YouTube, εταιρεία της Google
8. 2η Ανάλυση του τραγουδιού » παρατηρήσεις πάνω στο μοιρολόι "Η Λυγερή στον Άδη" του Νικήτα, του Αντώνη, του Σάββα, του Πέτρου και της Μικέλας, μαθητών του Α1 τμήματος Λυκείου του Μουσικού Σχολείο Ρόδου, www.gymmousrodou.gr / www.facebook.com/MousikoSxoleioRodou.
Επιμέλεια, Πηγή www.sophia-ntrekou.gr / Αέναη επΑνάσταση

Σχετικά Θέματα:

Βιντεο/αφιέρωμα στην Λυγερή την Κόρη
Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr



«Η λυγερή στον Άδη»: Εξαιρετικές οι εργασίες των
μαθητών. Οπτικοποίησαν το δημοτικό τραγούδι.



Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης στο φινάλε των εμφανίσεων του,
στο ''Block 33'' στη Θεσσαλονίκη 26 Μαρτίου 2016

Η λυερή τζ' ο χαρος. Στίχοι/Μουσική: 
Παραδοσιακό. Περιοχή: Κύπρος

Που δύσην ως ανατολήν τζ’ απού βορράν ως νότον
τζ’ απού τα πέρατα της γης τον κόσμον προσκαλώ τον.
Δώστε μου λλίην ακρόασιν για να σας τραουδήσω
τζ’ ούλλους σας μιάλους τζαι μιτσούς εννά σας κλαμουρίσω.

Μια λυερή μια όμορφη πάαιννεν στο περβόλιν
τζ’ εσύναεν τραντάφυλλα τζ’ έκαμνεν τα σερβόλιν.

Ο χάρος την αντάμωσεν στο δρόμον τζαι της λέει:

Ώρα καλή σου λυερή τζαι κόρη παινεμένη.
Καλώς τον τζαι τον χάρονταν στον μαύρον καβαλλάρην
που βρέθηκεν στην στράταν μου έννεν καλόν σημάιν.

Τράβα το κόρη λυερή τ’ αππάριν να ποδρώσει
στον λάκκον τράβα πότισ’ το τζαι πρίχου να νυκτώσει.
Εν μ’ έμαθεν η μάνα μου κτηνά να βαϊλίζω
την προίκαν μου μερόνυχτα έσει με τζαι πλουμίζω.

Έναν μαντήλιν κέντα μου στο στήθος μου ν’ απλώσω
τζαι πόσα κάμν’ ο κόπος σου εγιώ να σε πκιερώσω.

Εν έχω χάροντα τζαιρόν μαντήλιν να κεντήσω
η μάνα μου με καρτερά έσσω μου να γυρίσω.
Τον πάτσον της τον έδωκεν πονεί την τζεφαλήν της
τζ’ η μάνα μεσ’ στα κλάματα της κόρης της λαλεί της:

Κέντα του κόρη κέντα του πέρκιμον τζαι χορτάσει
βάρτου τη μαυροθάλασσαν με το καραβοστάσιν.
Κέντα την γην με τα δεντρά, τον ουρανόν με τ’ άστρη
τους κάμπους τζαι τους ποταμούς τα όρη τζαι τα δάση.

Τζαιρόν ο χάρος εν διά, στην μάναν του την παίρνει
λαλεί της: Μάνα μου καλή, μάνα μου παινεμένη,
στρώννε τραπέζιν να δειπνά κρεβάτιν να τζοιμάται,
η λυερή που σούφερα τζ’ εμέναν ν’ αττυμάται.

Γιέ μου, μεν παίρνεις όμορφες, γιέ μου τες νιές μεν παίρνεις
μεν παίρνεις τα μιτσιά μωρά τζαι μάνες φαρμακώννεις.

Να μεν παίρνω τες όμορφες, τες νιες να τες λυπούμαι,
να μεν παίρνω μιτσιά μωρά, χάροντας εν λοούμαι.


    1. FaceBook:
Σοφία Ντρέκου 27 Οκτωβρίου 2014 στις 8:45 π.μ.
Τσίτσος Βασίλειος 3 Νοεμβρίου 2015 στις 3:37 π.μ.
Έχε το νου σου στον Άδη και μην απελπιστείς...
εναλλακτική θεώρηση της Σοφία Ντρέκου


Δεν υπάρχουν σχόλια: